Η ΟΔΥΝΗΡΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Η ΟΔΥΝΗΡΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

H κριτική κατά των ΑΠΕ στην Ελλάδα εστιάζεται στην ακαταλληλότητα τους για την ηλεκτροδότηση δικτύων λόγω των τεχνικών χαρακτηριστικών τους, στις περιβαλλοντικές καταστροφές που δημιουργούν οι ανεμογεννήτριες και στις αυξήσεις της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος που προκαλεί η επιδότησή τους. Υπάρχουν όμως τρία ακόμη σημαντικά θέματα, τα οποία δεν έχουν τύχει ανάλογης προσοχής μέχρι σήμερα: ο ρόλος των ΑΠΕ  στην «απελευθέρωση» των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, στην «χρηματιστικοποίηση» του ηλεκτρικού τομέα και στη δημιουργία της «ενιαίας ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς».

Τα τελευταία αυτά θέματα θα μας απασχολήσουν πολύ τα επόμενα χρόνια, καθώς ήδη συστήθηκε το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας και εντός του 2019 θα εφαρμοστούν οι  διαρθρωτικές αλλαγές («αναδιοργάνωση» της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας), οι οποίες οδηγούν στην ενοποίηση της ελληνικής αγοράς με τις ευρωπαϊκές και αποτελούν  τομή για το ηλεκτροδοτικό σύστημα της Ελλάδας με  επιπτώσεις όχι μόνο στους καταναλωτές, αλλά και γενικότερα στην οικονομία και στο μέλλον της χώρας.

«ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ» ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ,   ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΕ.

Ο όρος «απελευθέρωση» αποδίδει στα ελληνικά τον όρο «deregulation», ο οποίος σημαίνει  «απορρύθμιση»  με την έννοια της κατάργησης των ρυθμιστικών παρεμβάσεων του κράτους,  προκειμένου να κυριαρχήσουν οι «νόμοι» της αγοράς. Είναι τo μοντέλο φιλελευθεροποίησης  που σχεδιάστηκε τη δεκαετία του 1970 από τη Σχολή του Σικάγου και εφαρμόστηκε αρχικά στη Χιλή του Πινοσέτ και τη δεκαετία του 1990 στη Μεγάλη Βρετανία  για την ιδιωτικοποίηση της  βρετανικής κρατικής ηλεκτρικής εταιρείας.

Το μοντέλο αυτό επέλεξε η Ε.Ε. για τη δημιουργία της «ενιαίας εσωτερικής αγοράς  ενέργειας», στόχος που χρονολογείται από το 1986 όταν, με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποφάσισε την προώθηση του ρυθμού ενοποίησης μεταξύ των κρατών μελών και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε την ανακοίνωση «Η Εσωτερική Αγορά Ενέργειας» (“Internal Energy Market”), με την οποία γνωστοποιήθηκε η πρόθεσή της να εφαρμόζονται οι αρχές της Συνθήκης της Ρώμης και στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.

Για να πετύχει τον στόχο της ενοποίησης, η Ε.Ε. διέλυσε τη δομή των συστημάτων ηλεκτροδότησης, τα οποία είχαν διαμορφωθεί από τα μέσα του 20ου αιώνα ως   καθετοποιημένες – κυρίως δημόσιες – μονοπωλιακές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, διαμόρφωσε νέες αγορές με εναρμονισμένους όρους λειτουργίας, προώθησε τη διασύνδεση των εθνικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ τους και μετέφερε τον έλεγχο των ηλεκτροδοτικών συστημάτων από την κρατική εξουσία στις αγορές που ελέγχονται από ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές και  από ένα νέο κοινοτικό όργανο που δημιουργήθηκε στα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, τον «Οργανισμό Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (“Agency for the Cooperation of Energy Regulators” –  ACER). Οι διαρθρωτικές αυτές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν σταδιακά με τρεις δέσμες νομοθετικών μέτρων, τα γνωστά «ενεργειακά πακέτα», που εκδόθηκαν από το 1996 έως το 2009. Με τα νομοθετικά αυτά μέτρα:

  • Επιβλήθηκε ο διαχωρισμός των  καθετοποιημένων μονοπωλιακών επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας σε τέσσερεις διαφορετικούς τομείς (παραγωγή, μεταφορά, διανομή και προμήθεια).
  • Δημιουργήθηκαν τέσσερεις νέες αγορές: δύο «ανταγωνιστικές» (παραγωγή, προμήθεια) και δύο «μη ανταγωνιστικές» (δίκτυα μεταφοράς και διανομής).
  • Δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στις ρυθμίσεις για τους διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς, ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση στο σύστημα μεταφοράς και ο με ίσους όρους ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.
  • Ο έλεγχος και η εποπτεία  των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας ανατέθηκε σε ανεξάρτητες εθνικές  ρυθμιστικές αρχές.
  • Προωθήθηκε η συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών και μεταξύ των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς.
  • Ιδρύθηκε ως νέο κοινοτικό όργανο , ο «Οργανισμός Συνεργασίας Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας» (“Agency for the Cooperation of Energy Regulators” – ΑCER ) με έδρα τη Λιουμπλάνα της Σλοβενίας.
  • Προωθήθηκε η δημιουργία διασυνδέσεων μεταξύ των χωρών μελών και προβλέφθηκαν ρυθμίσεις για το διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας.

Σήμερα, είκοσι δύο χρόνια μετά το πρώτο ενεργειακό πακέτο,  ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας έχει αλλάξει ριζικά σε όλη την Ευρώπη. Οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. και οι συνεργαζόμενες χώρες έχουν οργανωθεί σε οκτώ (8) περιφερειακές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες αποτελούν  το ενδιάμεσο στάδιο για την ενιαία εσωτερική αγορά (Internal Energy Market), ενώ  η ηλεκτρική ενέργεια έχει μεταβληθεί από κοινωνικό αγαθό σε  αντικείμενο εμπορίας σε σχεδόν πανευρωπαϊκό επίπεδο, μέσω της λεγόμενης  «σύζευξης των αγορών», που οργανώνεται από κοινού από τα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας και τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.

Στις αλλαγές αυτές ο ρόλος των ΑΠΕ ήταν καθοριστικός. Η ενεργειακή πολιτική αποτελεί μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους της κρατικής λειτουργίας και η αυτονομία στη διαμόρφωση του ενεργειακού μίγματος αποτελεί βασική συνισταμένη της εθνικής κυριαρχίας κάθε κράτους. Με τις ρυθμίσεις της Οδηγίας 2009/28/ΕΚ  για την κατά προτεραιότητα πρόσβαση της ενέργειας από ΑΠΕ στα δίκτυα, τον υποχρεωτικό στόχο αύξησης του μεριδίου των ΑΠΕ σε 20% και την κατάρτιση εθνικού σχεδίου ανάπτυξης των ΑΠΕ, η λειτουργία αυτή μεταφέρθηκε στα όργανα της Ε.Ε, περιορίζοντας δραστικά τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα και την ενεργειακή αυτονομία των χωρών – μελών της Ε.Ε..

Η θεσμική αυτή αλλαγή προκάλεσε και τις ανάλογες τεχνικές αλλαγές στις αγορές και στα δίκτυα.  Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο τελικό κείμενο της αιτιολογικής έκθεσης της Πρότασης Οδηγίας «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας» (23.2.2017 COM (2016) 864 final) «…….τα φυσικά χαρακτηριστικά της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ – η παραγωγή της είναι πιο ευμετάβλητη, λιγότερο προβλέψιμη και πιο αποκεντρωμένη από την παραδοσιακή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας – απαιτεί την προσαρμογή των κανόνων λειτουργίας της αγοράς και του δικτύου στον πιο ευέλικτο χαρακτήρα της αγοράς…….».  Και πράγματι, η αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα οδήγησε στην αναμόρφωση των δικτύων και έθεσε ως προτεραιότητα για την ασφάλεια τους τη δημιουργία διασυνδέσεων, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τη σύζευξη (coupling) των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας.

ΤΟ «ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΤΟΧΟΣ» (TARGET MODEL) ΤΗΣ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Με τα νομοθετικά μέτρα9 που ακολούθησαν  το τρίτο «ενεργειακό πακέτο» διαμορφώθηκε το «μοντέλο στόχος» (target model),  δηλαδή  το κοινό μοντέλο λειτουργίας και συναλλαγών που πρέπει να υιοθετήσουν οι επιμέρους εθνικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ανά την Ευρώπη, ώστε να εναρμονιστεί η λειτουργία τους και να είναι δυνατή η σύζευξή τους.  Σύμφωνα με το  μοντέλο αυτό η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας διαρθρώνεται σε τέσσερεις επιμέρους αγορές: στην Αγορά Επόμενης Ημέρας, στην Ενδοημερήσια  Αγορά, στην Αγορά Εξισορρόπησης  και στην Ενεργειακή Χρηματοπιστωτική Αγορά.

Η διαδικασία που προβλέπει το «μοντέλο στόχος» για την ενιαία σύζευξη των Αγορών Επόμενης Ημέρας και την ενιαία σύζευξη των Ενδοημερήσιων Αγορών είναι  αδρομερώς  η εξής: Τα χρηματιστήρια  ηλεκτρικής ενέργειας των χωρών που έχουν συζευχθεί οι αγορές τους συγκεντρώνουν σε κοινή πλατφόρμα τις προσφορές αγοράς και πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας . Με  τα δεδομένα αυτά ο Διαχειριστής Σύζευξης των Αγορών, χρησιμοποιώντας ειδικό αλγόριθμο, αντιστοιχίζει τις προσφορές και ανακοινώνει τα αποτελέσματα του υπολογισμού στα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία με τη σειρά τους ενημερώνουν τους πελάτες τους σχετικά με τις επιτυχείς προσφορές αγοράς και πώλησης. Ακολούθως,  η ενέργεια μεταφέρεται μέσω του δικτύου σύμφωνα με τα αποτελέσματα του υπολογισμού του Διαχειριστή Σύζευξης Αγορών.  Στην Αγορά Επόμενης ημέρας ο υπολογισμός και η αντιστοίχιση γίνεται μια μόνο φορά ανά ημέρα, ενώ στην ενδοημερήσια αγορά η διαδικασία είναι συνεχής.

Η Αγορά Εξισορρόπησης σχετίζεται με την πραγματική λειτουργία του Συστήματος και είναι η αγορά στην οποία διεξάγονται οι συναλλαγές που αφορούν είτε ενέργεια την οποία χρειάστηκαν τελικά οι καταναλωτές και δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθεί, είτε ενέργεια από πηγές που παράχθηκε (ή δεν παράχθηκε) αντίθετα με τις προβλέψεις. Υπεύθυνοι για την αγορά εξισορρόπησης είναι οι Διαχειριστές του Συστήματος Μεταφοράς σε συνεργασία με τους Διαχειριστές του Συστήματος Δικτύου.

Η τέταρτη αγορά, η Ενεργειακή Χρηματοπιστωτική Αγορά, συνδέει τον ενεργειακό με τον χρηματοπιστωτικό τομέα.  Η αγορά αυτή  προφέρει ρευστότητα στις άλλες αγορές μέσω των ενεργειακών παραγώγων,  τα οποία αποσκοπούν σε αντιστάθμιση των  κινδύνων των επενδυτών και σε κερδοσκοπία (speculation). Τα πιο συνηθισμένα παράγωγα των χρηματιστηρίων ενέργειας είναι τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (Σ.Μ.Ε) ή futures,  τα Δικαιώματα Προαίρεσης ή options, τα προθεσμιακά συμβόλαια ή forwards και οι ανταλλαγές απαιτήσεων ή swaps.

Η οργάνωση των Αγορών Επόμενης Ημέρας, των Ενδοημερήσιων Αγορών  και των Ενεργειακών Χρηματοπιστωτικών Αγορών στη βάση της λειτουργίας χρηματιστηρίων ενέργειας είχαν ως πρότυπο την σκανδιναβική αγορά και το Nord pool, το οποίο ιδρύθηκε στη Νορβηγία το 1993 και είναι το πρώτο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ενέργειας. Άλλα σημαντικά χρηματιστήρια ενέργειας στην Ευρώπη είναι το EEX (Γερμανία),  το OMEL (Ισπανία), το Powernext (Γαλλία), το APX Power (Ηνωμένο Βασίλειο), το APX Power NL (Ολλανδία), το BELPEX (Βέλγιο), το IPEX (Ιταλία)και το POLPX (Πολωνία).

ΠΑΡΑΓΩΓΑ : «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΟΠΛΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ»

Τα παράγωγα (derivatives) είναι χρηματοοικονομικές  συμβάσεις που η αξία τους εξαρτάται (παράγεται) από κάτι άλλο  (υποκείμενη αξία), το οποίο μπορεί να είναι μετοχές, δείκτες, υποθήκη,  συνάλλαγμα, συγκεκριμένο εμπόρευμα ή ακόμη και ο καιρός. Η τιμή των παραγώγων συνδέεται με την εξέλιξη της τιμής του «άλλου» (της υποκείμενης αξίας) και οποιαδήποτε μεταβολή υφίσταται η τιμή της υποκείμενης αξίας, μεταβάλλει και την τιμή των παράγωγων. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: στα παράγωγα που τίθενται σε διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές και είναι τυποποιημένα και σ’ εκείνα που αποτελούν ιδιωτικές συμφωνίες και είναι γνωστά ως “over the counter” (OTC), δηλαδή δεν προσφέρονται για διαπραγμάτευση.

Τα ενεργειακά παράγωγα έχουν ως υποκείμενη αξία, στοιχεία της ενεργειακής αγοράς και έχουν  εξελιχθεί σε βασικό εργαλείο των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας λόγω των αυξημένων κινδύνων που δημιουργεί η μεταβαλλόμενη παραγωγή των ΑΠΕ και η εξάρτησή της από τις καιρικές συνθήκες. Μάλιστα έχει δημιουργηθεί και ένας νέος τύπος παραγώγων, τα Wind Power Futures, τα οποία καλύπτουν  την αβεβαιότητα της ποσότητας παραγωγής των ανεμογεννητριών. Τα νέα αυτά παράγωγα ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2016 από  το ΕΕΧ (European Energy Exchange) και ήδη αποτελούν αντικείμενο ανταγωνισμού μεταξύ του ΕΕΧ και του άλλου μεγάλου χρηματιστηρίου που δραστηριοποιείται στην Ευρώπη, του Νasdaq Commodities.

Ωστόσο, η ανάπτυξη των αγορών ενεργειακών παραγώγων ουδέν καλό προμηνύει για το μέλλον,  αφενός γιατί εκθέτει τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας στον κίνδυνο χρηματιστηριακών κερδοσκοπικών παιχνιδιών και αφετέρου γιατί τα παράγωγα είναι επικίνδυνα από μόνα τους – ειδικά τα OTC – λόγω της αδιαφάνειας τους και των διασυνδέσεων και αλληλεξαρτήσεων που δημιουργούν. O Warren Buffet, ο γνωστός αμερικανός δισεκατομμυριούχος επενδυτής, έχει χαρακτηρίσει από το 2002 τα παράγωγα ως  «ωρολογιακές βόμβες  για τους συμβαλλόμενους και την οικονομία» και ως   «οικονομικά όπλα μαζικής καταστροφής» και η άποψή του αυτή έχει ήδη επιβεβαιωθεί. Η  χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε το 2007 ξεκίνησε στις Η.Π.Α. από τις τιτλοποιήσεις των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης, τα λεγόμενα παράγωγα CDO (Collateralized Debt Obligations), και εν συνεχεία διογκώθηκε και εξαπλώθηκε σε όλο τον δυτικό κόσμο.

Οι κίνδυνοι που δημιουργούν τα παράγωγα έχουν εντοπιστεί και στην  έκθεση της Ομάδας De Larosiere που συντάχθηκε κατ’ εντολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κατατέθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 19 – 20 Μαρτίου 2009. Η  Ε.Ε.  βάσει των συμπερασμάτων  αυτής της έκθεσης έλαβε μέτρα, όπως η σύσταση του Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, ο Κανονισμός EMIR  (European Market Infrastructure Regulation), ο οποίος αποβλέπει στη βελτίωση της διαφάνειας και η Οδηγία MiFID II (Market in Financial Instruments II).  Μένει να αποδειχθεί αν τα μέτρα αυτά είναι ικανά να τιθασεύσουν τους κινδύνους που δημιουργούνται από την ταχύρρυθμη ανάπτυξη των αγορών παραγώγων ή αν η Ε.Ε., συνδέοντας τον ενεργειακό με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ανοίγει το δρόμο για μια νέα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση.

ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Η ΔΕΗ ιδρύθηκε το 1950, αλλά το μονοπώλιο παραγωγής και διάθεσης ηλεκτρικής ενέργειας που της παραχώρησε το Ν.Δ. 3523 της 1/7-8-1956  άρχισε να το ασκεί ουσιαστικά το 1968,  αφού  εξαγόρασε και την τελευταία από τις 415 ηλεκτρικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα το 1950. Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν η Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών και Πειραιώς (ΗΕΑΠ) της αγγλικής εταιρείας “Power and Traction Finance Company L.T.D.”, γνωστής ως «Πάουερ», η οποία  το 1925, επί δικτατορίας Πάγκαλου,  ανέλαβε για 60 χρόνια το  αποκλειστικό προνόμιο παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και το προνόμιο των μεταφορών στην Αθήνα, στον Πειραιά και στα περίχωρα,  βάσει σύμβασης που   είχε θεωρηθεί σκανδαλώδης και η εξαγορά της το 1960 στοίχισε στο ελληνικό δημόσιο 1.884 εκατ. Δραχμές.

Έκτοτε η ΔΕΗ αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας. Η πορεία της όλα αυτά τα χρόνια αποτυπώνει τις πολιτικές αποφάσεις για τον οικονομικό προσανατολισμό και το μέλλον της χώρας. Ανεξάρτητα όμως από όποια  κριτική  μπορεί να ασκηθεί για την πορεία της, είναι αναμφισβήτητο ότι δημιούργησε την ενεργειακή αυτονομία της χώρας και έκανε το ηλεκτρικό ρεύμα προσιτό σε κάθε νοικοκυριό.  Με την εφαρμογή ενιαίας τιμής για το ηλεκτρικό ρεύμα σε όλη την Ελλάδα  (το ενιαίο τιμολόγιο εφαρμόστηκε  την 1η Αυγούστου 1956  για την ηπειρωτική Ελλάδα και επεκτάθηκε την 1ηΙουλίου 1957 και στα νησιά) κατόρθωσε σε μια 25ετία (1950-1976) το ποσοστό του ηλεκτροδοτούμενου πληθυσμού της χώρας από 55%  το 1950  να εκτοξευθεί στο 98,8% του πληθυσμού το 1976 και η μέση ετήσια κατανάλωση ανά κάτοικο από τις 88 κιλοβατώρες το 1950, να φθάσει τις 1720 κιλοβατώρες το 1976.

Η αντίστροφη πορεία ξεκίνησε το 1999 με την «απελευθέρωση» των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας με στόχο την κατάργηση της αυτονομίας του ηλεκτροδοτικού συστήματος της χώρας και την ενοποίησή του με τα ευρωπαϊκά. Στην πορεία αυτή έχουμε ήδη διανύσει τα δύο πρώτα στάδια και βρισκόμαστε στην προπαρασκευαστική περίοδο του τρίτου και τελικού.

Το πρώτο στάδιο αφορά την εφαρμογή των δύο πρώτων ενεργειακών πακέτων για την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και ξεκίνησε  με την έκδοση του ν. 2773/1999, βάσει του οποίου επήλθαν οι εξής βασικές αλλαγές:

– Επιτράπηκε η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε ιδιώτες.

– Διαχωρίστηκε από τη ΔΕΗ το Σύστημα Μεταφοράς και η διαχείριση του παραχωρήθηκε σε μια νέα ανώνυμη εταιρεία, θυγατρική της ΔΕΗ, τον  Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε.

– Συστήθηκε η Ρ.Α.Ε. ως ανεξάρτητη αρχή.

Οι αλλαγές αυτές συνοδεύτηκαν από σκανδαλώδη μέτρα στήριξης των ΑΠΕ. Με το ν. 2941/2001 δόθηκαν στους επενδυτές ΑΠΕ διάφορες «διευκολύνσεις», μεταξύ των οποίων  η δυνατότητα εγκατάστασης ΑΠΕ σε δάση και η δυνατότητα  χρήσης δημόσιων εκτάσεων αντί πενιχρού ανταλλάγματος, ενώ με τους νόμους 3468/2006 και 3851/2010 προβλέφθηκαν   επιδοτήσεις που μετέτρεψαν τη χώρα σε Ελντοράντο της Ευρώπης για τους επενδυτές ΑΠΕ.

Το δεύτερο στάδιο ξεκίνησε με την έκδοση του ν. 4001/2011, ο οποίος ενσωμάτωσε στο ελληνικό δίκαιο την Οδηγία  2009/72/ΕΚ του τρίτου «ενεργειακού πακέτου». Με το νόμο αυτό  συντελέσθηκε ο  διαχωρισμός της ΔΕΗ από το Σύστημα Μεταφοράς, το οποίο ανατέθηκε στον ΑΔΜΗΕ, και από το Δίκτυο Διανομής, το οποίο ανατέθηκε στον ΔΕΔΔΗΕ και διαμορφώθηκε η χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με το μοντέλο της «υποχρεωτικής κοινοπραξίας» («mandatory pool»). Βάσει του μοντέλου αυτού όλοι οι παραγωγοί πουλάνε και όλοι οι προμηθευτές αγοράζουν από τον διαχειριστή  της αγοράς, o  ρόλος  του οποίου  ανατέθηκε στον ΔΕΣΜΗΕ, ο οποίος μετονομάσθηκε σε Λειτουργό Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ Α.Ε). Επίσης ενισχύθηκε  ο ρόλος της Ρ.Α.Ε., η οποία ουσιαστικά μετατράπηκε σε ευρωπαϊκό όργανο εποπτείας της ελληνικής ενεργειακής αγοράς με πλήρη ανεξαρτησία έναντι της ελληνικής διοίκησης και  απευθείας σύνδεση με τον ACER και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Το τοπίο συμπληρώθηκε με τις υποχρεωτικές δημοπρασίες ΝΟΜΕ (η πρώτη έγινε στις  25.10.2016 και η πιο πρόσφατη στις 18.7.2018), την πώληση του 24% του ΑΔΜΗΕ στην κινεζική STATE GRID Europe Limited και την δρομολόγηση της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στη Μελίτη Φλώρινας και τη Μεγαλόπολη Αρκαδίας με το ν. 4533/2018.

Σήμερα βρισκόμαστε στην προπαρασκευαστική περίοδο του τρίτου σταδίου, το οποίο θα ξεκινήσει με την εφαρμογή του «μοντέλου στόχου», σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 4425/2016 και 4512/2018. Οι νόμοι αυτοί προβλέπουν την οργάνωση τεσσάρων αγορών χονδρικής (Αγορά Επόμενης Ημέρας,  Ενδοημερήσια  Αγορά, Αγορά Εξισορρόπησης  και  Ενεργειακή Χρηματοπιστωτική Αγορά) και τη σύσταση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας.

Μετά την ολοκλήρωση της λειτουργίας αυτών των αγορών θα πραγματοποιηθεί η σύζευξη της ελληνικής αγοράς σε πρώτο στάδιο με την Ιταλία και σε δεύτερο στάδιο με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, καθώς σύμφωνα με την από 17.11.2016 απόφαση του ΑCER, στον οποίο παραπέμφθηκε το θέμα λόγω αδυναμίας συμφωνίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, η Ελλάδα περιλαμβάνεται σε δύο περιφέρειες υπολογισμού δυναμικότητας18(Capacity Calculations Regions): την CCR5 (Gr-It) με την Ιταλία και την CCR10 (SEE) με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Επίσης σύμφωνα με απόφαση του ΑCER, oι Εναρμονισμένες Μέγιστες και Ελάχιστες Τιμές Εκκαθάρισης για την Ενιαία Διασύνδεση των Αγορών Επόμενης Ημέρας καθορίστηκαν σε +3000 EUR/MWh και -500 EUR/MWh αντίστοιχα και για την Ενιαία Ενδοημερήσια Σύζευξη σε +9999 EUR/MWh και -9999 EUR/MWh αντίστοιχα .

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΡΑΚΤΙΚΑ   Η ΣΥΖΕΥΞΗ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ –  ΙΤΑΛΙΑΣ

Η σύζευξη (coupling) είναι  το «ζευγάρωμα»  μεταξύ  μιας χώρας  με ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα στη χονδρική αγορά και μιας άλλης  με  φθηνότερο, το οποίο  αποσκοπεί στη σύγκλιση των τιμών των αγορών χονδρικής  των δύο χωρών.

Στηρίζεται  στην αρχή ότι η σύγκλιση των τιμών θα επέλθει  λόγω των εξαγωγών από τη χώρα με τη  χαμηλότερη τιμή  προς τη χώρα με την υψηλότερη  , καθώς στην μεν πρώτη , δηλαδή στη χώρα με τη φθηνότερη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, η τιμή θα αυξηθεί  και στη δεύτερη θα μειωθεί. Είναι δε προφανές  ότι  το «ζευγάρωμα» δεν ευνοεί τους καταναλωτές της χώρας με τη φθηνότερη αγορά, γιατί η σύζευξη αυξάνει την χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας και συνακόλουθα και τα τιμολόγια λιανικής , ενώ επίσης είναι αβέβαιο ότι ωφελεί τους καταναλωτές της χώρας με την ακριβότερη αγορά, καθώς  η μείωση της χονδρικής τιμής απορροφάται  από το κόστος των διασυνδέσεων .  

Η σύζευξη αποτελεί  το μεταβατικό στάδιο για τη δημιουργία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αποσκοπεί στην ενσωμάτωση της μεταβλητής παραγωγής των ΑΠΕ στο Ευρωπαϊκό Ηλεκτρικό Σύστημα. Τεχνικά υποστηρίζεται (α) από την ύπαρξη ηλεκτρικών διασυνδέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για τη μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας, (β) από τη συνεργασία των διαχειριστών του Συστήματος Μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας των δύο χωρών και (γ) από  ενιαία πλατφόρμα δημοπρασιών (single auction platform),  στην οποία υποβάλλονται και αντιστοιχίζονται καθημερινά προσφορές για πώληση και αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Η σύζευξη μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας τεχνικά υποστηρίζεται από τη διασύνδεση (υποβρύχιο καλώδιο μήκους 160 Km) που είναι σε εμπορική χρήση από το 2002. Η Ιταλία είναι  μία από τις χώρες με την ακριβότερη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη και αυτό σημαίνει ότι στο «ζευγάρωμα» θα έχουμε το ρόλο της φθηνότερης αγοράς, δηλαδή της αγοράς που θα πρέπει οι τιμές της να αυξηθούν για να συγκλίνουν. Ήδη, είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας από την Ελλάδα, γεγονός που έχει επίδραση στη διαμόρφωση των τιμών στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ αποτελεί κοινό μυστικό ότι η «φθηνή» ενέργεια της ΔΕΗ από τα ΝΟΜΕ, αντί να κατευθυνθεί στην ελληνική λιανική αγορά για να αυξήσει τον ανταγωνισμό, κατευθύνεται μέσω των traders προς την Ιταλία. Πάντως, είναι βέβαιο ότι η σύζευξη με την Ιταλία θα προκαλέσει «σοκ» ανατιμήσεων και θα μεσολαβήσει μία πολύ δύσκολη περίοδος μέχρι να πραγματοποιηθεί η σύζευξη και με την Βουλγαρία, στην οποία η ελληνική αγορά θα έχει το ρόλο της ακριβής αγοράς (ήδη γίνονται εισαγωγές από τη Βουλγαρία), ώστε  να βρεθεί νέο σημείο ισορροπίας, αλλά σε πολύ υψηλότερες τιμές από τις σημερινές.

Ενδεικτικό των μελλοντικών εξελίξεων είναι ότι  ενόψει της  σύζευξης των δύο αγορών, η ΡΑΕ αύξησε τη μέγιστη επιτρεπόμενη χονδρεμπορική τιμή ενέργειας  από τα   150 ευρώ/MWh  που ήταν το 2016, στα 300 ευρώ /ΜWh , με την ακόλουθη αιτιολογία:: «……η αποφυγή προσδιορισμού της μέγιστης επιτρεπόμενης χονδρεμπορικής τιμής ενέργειας σε χαμηλά επίπεδα συνιστά καίρια επιλογή για τη λειτουργία της (χονδρεμπορικής) αγοράς υπό όρους ρευστότητας και ανταγωνισμού, όπως προκύπτει από τη σχετική κοινή προσέγγιση. Συγκεκριμένα, στοNord Pool (όπου συμμετέχουν οι σκανδιναβικές και οι βαλτικές χώρες) το ανώτατο όριο είναι 3.000 €/MWh, όπως επίσης στο Βέλγιο και την Ιταλία. Το εν λόγω όριο προσαυξάνεται στις 10.000 €/ΜWh για τις χώρες που συμμετέχουν στο EPEX (Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Ελβετία), ενώ ακόμη και στην Ιρλανδία, όπου η αγορά λειτουργεί κατά το μοντέλο της υποχρεωτικής κοινοπραξίας (mandatory pool), όπως και στην Ελλάδα, η ανώτερη επιτρεπόμενη τιμή εγγίζει τα 1.000 €/ΜWh..».

Ωστόσο,  το όριο των  300 ευρώ/ΜWh είναι πολύ μακριά από τις μέγιστες επιτρεπόμενες χονδρεμπορικές τιμές ενέργειας των άλλων ευρωπαϊκών αγορών και ο ΑCER διόρθωσε τη «δυσλειτουργία» αυτή, καθορίζοντας τις Εναρμονισμένες Μέγιστες και Ελάχιστες Τιμές Εκκαθάρισης για την Ενιαία Διασύνδεση των Αγορών Επόμενης Ημέρας σε +3000 EUR/MWh και -500 EUR/MWh αντίστοιχα και για την Ενιαία Ενδοημερήσια Σύζευξη σε +9999 EUR/MWh και -9999 EUR/MWh αντίστοιχα. Οι τιμές αυτές δίνουν σαφώς το σήμα για να αναπτυχθεί μια κατά πολύ ακριβότερη χονδρική αγορά, η οποία θα μετακυλήσει τις αυξήσεις στα τιμολόγια των τελικών καταναλωτών και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να  συντρέχουν εξαιρετικά γεγονότα  που να εξισώνουν την χονδρική τιμή με την μέγιστη επιτρεπόμενη.

Ενδιαφέρον όμως έχουν και οι ελάχιστες Τιμές Εκκαθάρισης που καθόρισε ο ΑCER. Oι αρνητικές τιμές αποτυπώνουν το πρόβλημα που δημιουργούν οι ΑΠΕ και κυρίως οι ανεμογεννήτριες στις αγορές λόγω της μεταβαλλόμενης και μη προβλέψιμης παραγωγής τους , το οποίο μεγεθύνεται όσο μεγαλώνει η διείσδυσή τους. Όσο φυσάει ο άνεμος  υπάρχει παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, είτε υπάρχει αντίστοιχη ζήτηση για να καλυφθεί, είτε όχι (αυτός είναι ο λόγος που εμφανίζονται οι αρνητικές τιμές) και διακόπτεται αναγκαστικά η λειτουργία των συμβατικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής. Όταν όμως δεν φυσάει,  υπάρχει ανάγκη παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από συμβατικούς σταθμούς, οι οποίοι πρέπει στις λίγες (και μη προβλέψιμες) ώρες λειτουργίας τους να έχουν τέτοιες αποδόσεις, ώστε να καλύπτουν το συνολικό κόστος λειτουργίας τους. Αυτός είναι ο λόγος που αυξάνεται το εύρος διακύμανσης των τιμών και  παρουσιάζεται το παράδοξο φαινόμενο οι αρνητικές τιμές  να κάνουν τελικά πανάκριβο το ηλεκτρικό ρεύμα για τους καταναλωτές.

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ (Ε.Χ.Ε)

Το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας συστήθηκε στις 18 Ιουνίου 2018 και μέτοχοι του είναι η ΛΑΓΗΕ Α.Ε. με ποσοστό 22%, η ΑΔΜΗΕ Α.Ε.  με ποσοστό 20%, η ΔΕΣΦΑ Α.Ε.  με ποσοστό 7%,  το Ελληνικό Χρηματιστήριο (Ε.Χ.Α.Ε) με ποσοστό  31% και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) με ποσοστό 20%.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του είναι 9μελές και αποτελείται από τους:

  • Αθανάσιο Σαββάκη (Πρόεδρος),ο οποίος είναι μέλος της διοικούσας επιτροπής του Χρηματιστηρίου Αθηνών και πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος
  • Μιχάλη Φιλίππου (Διευθύνων Σύμβουλος),ο οποίος είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΛΑΓΗΕ.
  • Αριστείδη Τασούλη(επιχειρησιακός διευθυντής ρυθμιστικών και ευρωπαϊκών θεμάτων του ΛΑΓΗΕ),
  • Ιωάννη Καμπούρη(μέλος του Δ.Σ. του ΑΔΜΗΕ),
  • Γεράσιμο Αυλωνίτη(ειδικός επί ρυθμιστικών θεμάτων στο ΔΕΣΦΑ),
  • Δημήτριο Καραϊσκάκη(Μέλος του Δ.Σ. του Χρηματιστηρίου Αθηνών),
  • HannesTakacs στέλεχος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD)
  • Μαρίνο Χριστοδουλίδη(πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου) και
  • Δημήτριο Παπαντώνη(καθηγητής του ΕΜΠ).

Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί με τους «θεσμούς», η λειτουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας θα αρχίσει  την 1η Απριλίου 2019, ενώ η σύζευξη ανάμεσα στην αγορά Ελλάδας και Ιταλίας θα πραγματοποιηθεί την 1η Ιουνίου 2019. Ωστόσο, , το χρονοδιάγραμμα αυτό δεν μπορεί να τηρηθεί, καθώς όπως έγινε γνωστό από σχετικά δημοσιεύματα, κατά τη συνάντηση που πραγματοποίησαν στις 12 Ιουλίου στην Αθήνα  εκπρόσωποι των Διαχειριστών, των Ρυθμιστικών Αρχών και των Χρηματιστηρίων Ενέργειας Ελλάδας και Ιταλίας, διαπιστώθηκε ότι η κανονική λειτουργία των αγορών θα είναι εφικτή γύρω  στον Ιούλιο του 2019, ενώ η σύζευξη θα πραγματοποιηθεί αρκετούς μήνες αργότερα.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ – Η ΚΑΛΗ ΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΪ ΦΑΙΝΕΤΑΙ.

Η απόκτηση μετοχών του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας εξαρτάται από την έγκριση της ΡΑΕ, η οποία οφείλει να ελέγξει την καταλληλότητα του προσώπου που αποκτά τις μετοχές. Το ερώτημα λοιπόν είναι, με ποια κριτήρια μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη μια τράπεζα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης – ΕΤΑΑ (European Bank for Reconstruction and Development – EBRD), η οποία  φημίζεται για την απόλυτη ασυλία που απολαμβάνει κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της και τους αποικιακούς όρους που επιβάλλει στις χώρες εγκατάστασής της;

Η τράπεζα αυτή συστήθηκε το 1991 με έδρα το Λονδίνο, προκειμένου να παράσχει υποστήριξη για τη μετάβαση των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στην οικονομία της αγοράς μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου και η λειτουργία της σταδιακά επεκτάθηκε και σε άλλες χώρες. Στους μετόχους της συγκαταλέγονται 64 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, καθώς και η Ε.Ε. και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

Η εγκατάστασή της στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε κατόπιν αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης, το οποίο οδήγησε στην από 14.6.2015 Συμφωνία που υπεγράφη στην Τιφλίδα της Γεωργίας και επικυρώθηκε ως διεθνής σύμβαση κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος με το νόμο 4341/6.11.2015 (ΦΕΚ Α 142/6.11.2015). Οι όροι της συμφωνίας αυτής προβλέπουν ότι οι   δραστηριότητες της ΕΤΑΑ εξαιρούνται από τους κανόνες εποπτείας που ισχύουν για το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ότι  η Τράπεζα θα χαίρει ασυλίας έναντι κάθε μορφής δικαστικής δίωξης στην επικράτεια της Ελληνικής Δημοκρατίας, ότι τα αρχεία της Τράπεζας θα είναι απαραβίαστα,  ότι η περιουσία και τα στοιχεία του ενεργητικού της Τράπεζας θα χαίρουν ασυλίας και είναι ακατάσχετα και βεβαίως ότι της αναγνωρίζουν καθεστώς πλήρους φορολογικής ασυλίας.

Τα παραπάνω προνόμια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης – ΕΤΑΑ (European Bank for Reconstruction and Development – EBRD) κάποια άλλη εποχή θα θεωρούνταν σκανδαλώδη και θα προκαλούσαν σάλο. Σήμερα, είναι απλώς λεπτομέρειες, ενδεικτικές όμως για αυτά που μας περιμένουν στο μέλλον και για τους όρους μετάβασης της χώρας στην  «ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας».

ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ;

Βρισκόμαστε κοντά στο τέλος της αντίστροφης πορείας που ξεκίνησε το 1999 με την  αρχή της «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία οδηγεί στην κατάργηση του αυτόνομου ηλεκτροδοτικού συστήματος της χώρας και στην ενοποίησή του με τα ευρωπαϊκά.

Η πορεία αυτή ήταν μέχρι τώρα οδυνηρή για την ελληνική κοινωνία. Τα τελευταία δέκα χρόνια δεκάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους – ή κινδύνεψαν να τη χάσουν – από κεριά και μαγκάλια, γιατί δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν για ηλεκτρικό ρεύμα.  Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν να ζουν, για μικρό ή μεγάλο διάστημα,  σε άθλιες συνθήκες γιατί τους έκοψαν το ρεύμα λόγω απλήρωτων λογαριασμών και εκατομμύρια άλλοι εδώ και χρόνια δυσκολεύονται να πληρώσουν το ηλεκτρικό ρεύμα που χρειάζονται για τις ανάγκες τους και καταφεύγουν σε ρυθμίσεις. Όλοι αυτοί δεν έχουν καταγραφεί ως θύματα της «απελευθέρωσης» των αγορών και της πολιτικής που μετέτρεψε το ηλεκτρικό ρεύμα από κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα. Η ενεργειακή φτώχεια που μαστίζει τη χώρα αποδίδεται αορίστως στην οικονομική κρίση, η οποία δεν είναι παρά βολικό άλλοθι, αφού η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 95,79% μόνο μέσα στη πενταετία των μνημονίων και κατά περίπου 150% στην περίοδο 2005-2016 σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας.

Παρ’ όλα αυτά το μέλλον προμηνύεται ακόμη δυσκολότερο. Η «χρηματιστικοποίηση» του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας είναι πρωτόγνωρη για τη χώρα μας, γεγονός που δημιουργεί επιπλέον κινδύνους κερδοσκοπίας πάνω σε ένα βασικό αγαθό. Η απόκτηση του 20% των μετοχών του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας από την τράπεζα που εξαιρείται από την χρηματοπιστωτική εποπτεία, χαίρει ασυλίας και τα έγγραφα της έχουν κηρυχθεί «απαραβίαστα» δείχνει την ποιότητα των κριτηρίων της ΡΑΕ σχετικά με τον έλεγχο της ενεργειακής αγοράς.  Η ενοποίηση της ελληνικής αγοράς με τις ευρωπαϊκές θα φέρει και άλλες αυξήσεις – πιθανότατα όχι μόνο στη ηλεκτρικό ρεύμα, αλλά αλυσιδωτές – και θα μας κάνει να πληρώνουμε σε τιμές «ευρωπαϊκές», παρότι θα συνεχίσουμε να ζούμε με ελληνικούς, κουτσουρεμένους μισθούς και συντάξεις.

Οι συνέπειες όμως είναι ευρύτερες και πιο συνολικές από τις παραπάνω. Ποιο άραγε μπορεί να  είναι το μέλλον της χώρας, οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά, χωρίς αυτόνομο ηλεκτροδοτικό σύστημα και αυτόνομη ενεργειακή πολιτική; Οι συνέπειες της προηγούμενης ενοποίησης, της νομισματικής ένωσης, θα έπρεπε να είναι διδακτικές. Παραδόξως όμως κανείς δεν ασχολείται, πέρα από αυτούς που επιδιώκουν την ενοποίηση, προσδοκώντας  κέρδη από αυτήν. Τα ΜΜΕ αναπαράγουν ως ρεπορτάζ τα Δελτία Τύπου του Υπουργείου για τη λειτουργία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας και κανείς δεν αναρωτιέται για τις επιπτώσεις που θα έχουν στην οικονομία της χώρας αυτές οι εξελίξεις.

Που οφείλεται αυτή η απάθεια; Σε άγνοια κινδύνου; Σε κοινωνική συναίνεση ή μήπως στην εμπέδωση της αντίληψης ότι δεν υπάρχει άλλος εναλλακτικός δρόμος;

Όποια εκδοχή και αν ισχύει, το μέλλον δεν πρέπει να θεωρείται προδιαγεγραμμένο. Ενδεικτικό είναι ότι παρά το γεγονός ότι η «αναδιοργάνωση» του ηλεκτροδοτικού συστήματος της χώρας και η πορεία προς την ενοποίησή του με τα ευρωπαϊκά συντελείται χωρίς αντίλογο, η υλοποίησή αυτών των σχεδίων βρίσκει εμπόδια στον πυρήνα των διαρθρωτικών αλλαγών,  στην εγκατάσταση περισσότερων ΑΠΕ και στην κατασκευή νέων διασυνδέσεων.

Οι τοπικές κοινωνίες εδώ και πολλά χρόνια αντιστέκονται, με κάθε μέσο, στην επέλαση των επενδυτών ΑΠΕ και στην εξάπλωση των καλωδίων. Τα κινήματα αυτά δεν μπορούν να ανατρέψουν το συνολικό σχεδιασμό  (ούτε άλλωστε είναι στους στόχους τους),  δημιουργούν όμως σοβαρά προσκόμματα, αυξάνουν τον προβληματισμό και αποδεικνύουν ότι οι κάτοικοι αυτής της χώρας διαθέτουν κοινή λογική, αγάπη για τον τόπο τους και επιπλέον αγωνιστικό φρόνημα. Συμφέρον για την κοινωνία είναι να νικήσουν οι αγώνες τους, το κρίσιμο όμως ζήτημα είναι να ενεργοποιηθούν πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που θα αποτρέψουν το ζοφερό μέλλον που προδιαγράφεται!

 

Το άρθρο υπογράφεται από τη Στέλλα Πατρώνα.

 

Σημ. Συνδέσμου: Τα ενυπόγραφα άρθρα δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη τις θέσεις του Συνδέσμου.